Βασικά εκπαιδευτικά μοντέλα διαχείρισης της πολυπολιτισμικότητας

                                                                                                    του Πλαϊνού Γεωργίου

                                                                       Εκπαιδευτικού Π.Ε.

 

   Στη σύγχρονη πραγματικότητα ο κόσμος αποτελεί τμήμα της καθημερινής ζωής μας μέσα από τις διαφορετικότητες και τις αντιθέσεις του, τις πολύπλοκες και περίπλοκες διασυνδέσεις του και τις αλληλεξαρτήσεις του. Ολοένα και περισσότερο υπάρχει η τάση της ισότιμης και απροκάλυπτης αντιμετώπισης των ατόμων με διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα, με στόχο τη συνεννόηση και την επικοινωνία μέσα στο ίδιο σύνολο. Η πολιτισμική ετερότητα των κοινωνιών σήμερα δημιουργεί την υποχρέωση διαμόρφωσης εθνικών πολιτικών που θα αναγνωρίζουν τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα των κοινωνιών τους και συνάμα θα υιοθετούν διαπολιτισμικές προσεγγίσεις στο εκπαιδευτικό και κοινωνικό επίπεδο.

Το άνοιγμα του σχολείου στην πολιτισμική ετερότητα της κοινωνίας είναι ουσιαστικής σημασίας για να βοηθηθούν όλοι οι μαθητές να αναπτύξουν διαπολιτισμικές ικανότητες, δεξιότητες και στάσεις, τις οποίες όλοι οι πολίτες χρειάζονται για να βοηθήσουν το έθνος να επιβιώσει σε μια όλο και πιο αλληλοεξαρτώμενη παγκόσμια οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα[1].

Ως απάντηση στα προβλήματα που ανέκυψαν τις τελευταίες δεκαετίες από την εισροή μεταναστών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, ήρθε η διαμόρφωση και η πειραματική εφαρμογή εκπαιδευτικών μοντέλων ευρωπαϊκής συνεργασίας, με στόχο την ομαλή ένταξη και προσαρμογή μαθητών διαφορετικών εθνικοπολιτισμικών ομάδων στα εκπαιδευτικά συστήματα της χώρας υποδοχής, τη διαμόρφωση κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης, την υπέρβαση της εθνικής πολιτισμικής παράδοσης, η οποία συνδέεται με τα εθνικά στερεότυπα και τη δημιουργία του νέου Ευρωπαίου πολίτη απαλλαγμένου από κάθε προκατάληψη[2].

Τα σχήματα που έχουν κατά καιρούς αναπτυχθεί από την επιστημονική πρακτική συνοψίζονται σε γενικές γραμμές ως εξής[3]:

Αφομοιωτικό μοντέλο: Κυριάρχησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 με στόχο την γρήγορη απορρόφηση των όποιων πολιτισμικά και εθνικά διαφορετικών ομάδων από τον ντόπιο γηγενή πληθυσμό, με συνέπεια να ακολουθείται μια μονογλωσσική και μονοπολιτισμική προσέγγιση και να προωθείται ο κυρίαρχος πολιτισμός. Η πολιτική αυτή συνίσταται σε μια σταδιακή εξαφάνιση όλων των χαρακτηριστικών στοιχείων της πολιτισμικής ταυτότητας των μεταναστών, που τείνει στην πλήρη αλλοίωση των παραδοσιακών τους στοιχείων και τη μεταβολή σε πολίτη της νέας χώρας σε ένα ατελές προφίλ συνύπαρξης. Βασική του θέση αποτελεί ότι το έθνος συγκροτεί ένα ενιαίο σύνολο από εθνική και πολιτισμική άποψη. Αυτός ο εκπολιτισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά η δημιουργία ομοιογενών και μονοπολιτισμικών ομάδων, όπου η ισοπεδωτική αξιακή και πολιτισμική ταυτότητα οδηγεί στην αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων και στη δημιουργία συμπαγούς κοινωνικού ιστού. Έτσι η ιδέα της αφομοίωσης δεν ισοδυναμεί μόνο με «casus belli» ενάντια στο «ξένο» αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μέσο εξασφάλισης της κοινωνικής κυριαρχίας[4].

Μοντέλο ενσωμάτωσης: Βασική θέση της προσέγγισης αυτής είναι η αναγνώριση της πολιτισμικής ετερότητας καθώς και ο σεβασμός και η ανεκτικότητα των άλλων σε θέματα που αφορούν θρησκεία, ήθη-έθιμα, μουσικές παραδόσεις, γιορτές κ.ά. που δεν είναι ουσιαστικές στη διαμόρφωση της κοινωνίας[5]. Οι εθνικές μειονότητες και μεταναστευτικές ομάδες αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης κοινωνίας, χωρίς να έχουν χάσει εντελώς τη δικής τους πολιτισμική ταυτότητα. Αφετηρία του συγκεκριμένου μοντέλου υπήρξε η «πολυεθνική ιδεολογία» και πιο συγκεκριμένα η θέση ότι οι πολιτισμοί της πλειοψηφίας και των μειονοτικών ομάδων παρουσιάζουν διαφορετικά αλλά και κοινά σημεία. Γίνεται δηλαδή αποδεκτή η πολυπολιτισμική ποικιλία με πνεύμα αμοιβαίας ανεκτικότητας.

Πολυπολιτισμικό μοντέλο: Παρουσιάστηκε στη δεκαετία του 1970 με κυρίαρχη αρχή την μετατόπιση από τα στενά όρια των εθνοκεντρικών τάσεων προς τη γνώση των πολιτισμών των άλλων, των στοιχείων του πολιτισμού τα οποία αυτοκαθορίζουν την φυλετική ομάδα, έτσι ώστε να περιοριστούν οι προκαταλήψεις και η άγνοια που οδηγούν στο ρατσισμό. Αυτό δείχνει ότι οι πολιτισμοί τείνουν να ξεπεράσουν τα στεγανά τους, δηλαδή όλα εκείνα τα συναισθήματα εθνικής υπεροχής και να καταλήξουν σε μια συναινετική αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση, δηλαδή σε μια ηθική αναγκαιότητα αναγνώρισης μιας ισοτιμίας των πολιτισμών.

Διαπολιτισμικό μοντέλο: Συναντάται τη δεκαετία του 1980 κυρίως στην Ευρώπη και αποτελεί βελτιωμένη έκδοση και εξέλιξη του πολυπολιτισμικού μοντέλου. Απευθύνεται στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού, γηγενείς και μη, ανεξάρτητα από την εθνοπολιτισμική τους προέλευση. Ορίζεται ως μια «διαλεκτική σχέση, διαδιακασία αναγνώρισης και συνεργασίας ανάμεσα σε άτομα εθνικών/μεταναστευτικών ομάδων»[6].

Αυτή η καινούρια ιδέα βασίστηκε στον απλό αλλά διττό συλλογισμό ότι από τη μια η κοινωνία αποτελείται από διαφορετικές ομάδες και από την άλλη ότι η εκπαίδευση θα έπρεπε να αντιπροσωπεύει και να τιμά την ποικιλία των πεποιθήσεων και των πολιτισμικών παραδόσεων. Αυτή η κίνηση ήταν σημαντική γιατί αποθάρρυνε το γενικό κίνδυνο να εξαφανιστούν φιλοξενούμενοι πολιτισμοί από τον κυρίαρχο της υποδοχής.

Επίσης συνδέεται με την κατάργηση των διακρίσεων για τα άτομα με διαφορετικά βιώματα, την ισονομία, την αλληλοκατανόηση, την αλληλοαποδοχή και την αλληλεγγύη και απευθύνεται τόσο στους μη Έλληνες όσο και στον ντόπιο πληθυσμό. Διαπερνά τους πολιτισμούς και μέσα από την ειρηνική αυτή αισθητοποίηση των αξιακών και πολιτισμικών στοιχείων, καταλήγει σε μια αλληλοαποδοχή μέσα σε πνεύμα αλληλεξάρτησης και συναντίληψης για την αυτοπραγμάτωση ατόμων και λαών.

Επιπρόσθετα, το εν λόγω εκπαιδευτικό μοντέλο διαπολιτισμικής αγωγής συντελεί καθοριστικά στην καλλιέργεια της ανοχής και της έλλειψης συγκρούσεων και διακρίσεων απέναντι στους «άλλους». Υποστηρίζει την ισότητα των ευκαιριών για τους αλλοδαπούς, στην εκπαίδευση και στη ζωή, τη σταθεροποίηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας λόγω των επιδράσεων της κουλτούρας καταγωγής και της κουλτούρας της χώρας υποδοχής με στόχο τη διατήρηση της διγλωσσίας. Αναγνωρίζει δηλαδή την ισοτιμία των πολιτισμών και τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση[7]. Η γλώσσα και ο πολιτισμός των χωρών προέλευσης έχουν την ίδια αξία με τη γλώσσα και τον πολιτισμό της χώρας υποδοχής και για το λόγο αυτό οφείλουν να ενσωματωθούν στο κανονικό σχολικό πρόγραμμα της χώρας υποδοχής.

Μέσα από την κριτική-δημιουργική και διαλεκτική σκέψη, το διαπολιτισμικό μοντέλο φαίνεται να στηρίζει τα οράματα και τις προσδοκίες των κοινωνιών να συνυπάρξουν και να συνοικοδομήσουν την ευρύτερη οικουμενική και παγκόσμια κοινωνία. Η εκπαίδευση αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα μέσα για την υλοποίηση αυτών των προσδοκιών και οι εκπαιδευτικοί έχουν στα χέρια τους τις τύχες της ανθρωπότητας.  

  

 

Βιβλιογραφία

1.  Γεωργογιάννης, Π., Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1999.

2. Γκόβαρης, Χ., Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, εκδ. Ατραπός, Αθήνα 2004.

3. Δαμανάκης, Μ., Η Εκπαίδευση των Παλιννοστούντων και Αλλοδαπών Μαθητών στην Ελλάδα. Διαπολιτισμική προσέγγιση, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1997.

4. Μάρκου, Γ., Η πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Η διαδικασία διεθνοποίησης και η αναγκαιότητα της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, Υ.Π.Ε.Π.Θ. ? Γ.Γ.Λ.Ε. (Γενική Γραμματεία Λαϊκής Επιμόρφωσης), Αθήνα 1996.

5.  Μάρκου, Γ., «Προσεγγίσεις της πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση» στο Γ. Μάρκου, Διαπολιτισμική Εκπαίδευση-Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών, εκδ. ΚΕ.Δ.Α. (Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής), Αθήνα 1997.

6.  Μάρκου, Γ., Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική εκπαίδευση. Ελληνική και Διεθνής εμπειρία, εκδ. Ηλεκτρονικές Τέχνες, Αθήνα 1997.

7.  Μάρκου, Γ., Διαπολιτισμική Αγωγή. Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, εκδ. ΚΕ.Δ.Α. (Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής), Αθήνα 1999.

8. Νικολάου, Γ., Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000.

 



 [1] Γ. Μάρκου, Η πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Η διαδικασία διεθνοποίησης και η αναγκαιότητα της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, Υ.Π.Ε.Π.Θ. ? Γ.Γ.Λ.Ε. (Γενική Γραμματεία Λαϊκής Επιμόρφωσης), Αθήνα 1996, σ. 46.

[2] Γ. Νικολάου, Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000, σ. 119 και Γ. Μάρκου, «Προσεγγίσεις της πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση» στο Γ. Μάρκου, Διαπολιτισμική Εκπαίδευση-Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών, εκδ. ΚΕ.Δ.Α. (Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής), Αθήνα 1997, σ. 1.

[3] Γ. Μάρκου, Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική εκπαίδευση. Ελληνική και Διεθνής εμπειρία, εκδ. Ηλεκτρονικές Τέχνες, Αθήνα 1997, σ. 218-246.

[4] Χ. Γκόβαρης, Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, εκδ. Ατραπός, Αθήνα 2004, σ. 47 και Γ. Μάρκου, «Προσεγγίσεις της πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση», ό.π., σσ. 6-7.

[5] Π. Γεωργογιάννης, Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1999, σ. 47 και Γ. Μάρκου, «Προσεγγίσεις της πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση», ό.π., σσ. 10-11.

[6] Γ. Μάρκου, Διαπολιτισμική Αγωγή. Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, εκδ. ΚΕ.Δ.Α. (Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής), Αθήνα 1999, σ. 35 και Γ. Μάρκου, «Προσεγγίσεις της πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση», ό.π., σσ. 24-25.

[7] Μ. Δαμανάκης, Η Εκπαίδευση των Παλιννοστούντων και Αλλοδαπών Μαθητών στην Ελλάδα. Διαπολιτισμική προσέγγιση, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1997, σσ. 9-106.

επιστροφή