Παράγοντες εξασφάλισης κοινωνικής αλλαγής μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας

                                                                                               του  Πλαϊνού Γεωργίου

                                                                                    Εκπαιδευτικού Π.Ε.

 

  Η δυναμική που μπορεί να προσφέρει η εκπαίδευση και το σχολείο για την εξέλιξη, την πρόοδο και την εποικοδομητική αλλαγή της κοινωνίας είναι ιδιαιτέρως γνωστή και με σαφήνεια τεκμηριωμένη μέσα απ? όλα τα βασικά έργα της παιδαγωγικής επιστήμης που ασχολούνται με το εν λόγω θέμα. Στόχος μας είναι η επισήμανση των βασικότερων παραγόντων που θα καταφέρουν να συντελέσουν στην εξασφάλιση αυτής της κοινωνικής «μεταρρύθμισης» αρχής γενομένης από τις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα στο ίδιο το σχολείο.

  Ένα από τα βασικότερα στοιχεία που θα οδηγήσουν την εκπαίδευση να πάψει να παρακολουθεί απλά την κοινωνία αλλά αντίθετα να την ωθήσει σε εξελίξεις είναι ο σωστά προσανατολισμένος ρόλος των δασκάλων. Οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που έχουν ολοκληρωτικά την ευθύνη για την παιδαγωγική γραμμή που θα ακολουθήσει το σχολείο. Οι ίδιοι οφείλουν να εκπληρώνουν την ανάγκη ύπαρξης μαθητοκεντρικών-παιδοκεντρικών σχολείων, τα οποία θα δίνουν πλήρη έμφαση και βαρύτητα στα πραγματικά ενδιαφέροντα των μαθητών καθώς και στη μάθηση που επιτυγχάνεται μέσω της εκπαιδευτικής πράξης. 

  Η δράση των εκπαιδευτικών πρέπει να διαθέτει ένα δυναμικό ρόλο και μια προωθητική λειτουργία, η οποία θα ωθεί τους μαθητές σε πράξεις και ανάληψη προσωπικών πρωτοβουλιών αναφορικά με τη θέση τους μέσα τόσο στην μικρότερη κοινωνική μορφή οργάνωσης, δηλαδή το σχολείο, όσο και στην ευρύτερη, δηλαδή την ίδια την κοινωνία. Η ενθάρρυνση της συμμετοχής και της υπευθυνότητας των μαθητών από τους δασκάλους τους, τους βοηθά να δημιουργήσουν την δική τους προσωπική οπτική απέναντι στα κοινωνικά δρώμενα.

 Ακόμη, βασικό καθήκον του εκπαιδευτικού είναι να προσπαθεί να αντλήσει τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη από τις εμπειρίες που κατέχει το παιδί από το εξωσχολικό του περιβάλλον, καθώς δεν αποκτά εμπειρίες μόνο μέσα από το χώρο του σχολείου. Το περιβάλλον του παιδιού -φυσικό και κοινωνικό- πρέπει να αξιοποιείται με τον πιο κατάλληλο τρόπο, ώστε να αντληθούν και να προσφερθούν στο παιδί οι πιο ωφέλιμες εμπειρίες[1]. Ο δάσκαλος, έχοντας σίγουρα μεγαλύτερη εμπειρία, θα πρέπει να έχει την ικανότητα και τη διορατικότητα να εκτιμήσει και να διαγνώσει προς ποια κατεύθυνση κινείται η κάθε εμπειρία του παιδιού, βοηθώντας ταυτόχρονα στο χτίσιμο της εμπειρίας των νέων. Η εμπειρία έχει κατεξοχήν κοινωνικό χαρακτήρα και μέσα απ? αυτήν συχνά συντελούνται κοινωνικές αλλαγές.

  Έτσι η άποψη για έναν ξεχωριστό και αποφασιστικό ρόλο των εκπαιδευτικών μέσα στην κοινωνική ολότητα αποτελεί απόρροια των αντιλήψεων που θεωρούν την παιδεία καθοριστικό παράγοντα της κοινωνικής εξέλιξης. Πιστεύεται ότι οι δάσκαλοι είναι αυτοί που ευθύνονται για τη διαμόρφωση του τρόπου σκέψης της νέας γενιάς και συνεπώς για την κοινωνία του μέλλοντος που η ίδια θα οικοδομήσει[2].

Δεύτερο στοιχείο που μπορεί να εξασφαλίσει την κοινωνική αλλαγή μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι οι σκοποί και οι στόχοι που θέτουμε κάθε φορά ως αποτέλεσμα της επιδιωκόμενης μάθησης. Έχοντας υπόψιν μας την πρωταρχικότητα της άποψης ότι το σχολείο δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι αποκομμένο από την κοινωνία αλλά αντιθέτως να σχετίζεται άμεσα μ? αυτή, πρέπει το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών να αντανακλά αυτήν την αρχή.

  Ο βασικότερος στόχος της διδασκαλίας πρέπει να είναι η καλλιέργεια της προσωπικότητας και της έκφρασης των παιδιών, ώστε η ανάπτυξη των ατόμων να είναι σε συνάρτηση και εξάρτηση με την κοινωνική ανάπτυξη. Η παροχή στους μαθητές κατάλληλων ευκαιριών και προϋποθέσεων ώστε να πετύχουν την αρμονική, πλήρη και ελεύθερη ανάπτυξη της ατομικότητας, τόσο του πνεύματος όσο και του σώματος, αποτελεί κυρίαρχο στόχο του σχολείου.

  Εφόσον η εκπαίδευση αφήνει τα ίχνη της πάνω στην κοινωνία, η όλη εκπαιδευτική διδασκαλία πρέπει να κινείται προς την κατεύθυνση της προετοιμασίας των μαθητών για το μέλλον. Απαραίτητες συνιστώσες του όλου εγχειρήματος είναι η επίτευξη της επικοινωνίας μεταξύ μαθητών αλλά και μαθητών-εκπαιδευτικών, η δημιουργία και η ανταλλαγή άμεσων βιωματικών εμπειριών καθώς και η σύνδεση σχολείου και κοινωνικής ζωής. Άρα, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του σχολείου οφείλει να λαμβάνει υπόψιν του τις κοινωνικές συνθήκες και τις ανάγκες της κοινωνίας που συνεχώς αλλάζουν, με αποτέλεσμα να μπορεί να ανταποκρίνεται στις νέες απαιτήσεις. Το σχολείο πρέπει να ακολουθήσει όλες αυτές τις εξελίξεις και να παρέχει στα παιδιά τις απαιτούμενες γνώσεις, ασκώντας τα παράλληλα στις κατάλληλες δεξιότητες.

  Ο John Dewey, ο οποίος εκτός των άλλων ήταν και ο εισηγητής του αναλυτικού προγράμματος που ήταν ειδικά σχεδιασμένο με βάση τις ανάγκες των μαθητών, πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ότι αν ο στόχος είναι να συμβάλλει το σχολείο στην πνευματική και ηθική ανάπτυξη των παιδιών και κατά συνέπεια, στη συνεχή και ομαλή εξέλιξη των ατόμων και της κοινωνίας, πρέπει να εξαλειφθούν όλες οι διαδικασίες που περιορίζουν την ελευθερία των παιδιών[3]. Σαφής στόχος με ξεκάθαρο προσανατολισμό.

  Ένα άλλο στοιχείο που βοηθάει την εκπαίδευση να επιτελέσει μεταρρυθμιστικό ρόλο στην κοινωνία είναι η χρησιμοποίηση μεθόδων διδασκαλίας που περιλαμβάνουν τη συνεργασία, τη συμμετοχή, το διάλογο και την ανταλλαγή ενδιαφερόντων και εμπειριών. Το παιδί μέσα από διδακτικές μεθόδους που στηρίζονται στις εποικοδομητικές συζητήσεις που γίνονται στο εσωτερικό της τάξης, είτε μεταξύ των μαθητών, είτε μεταξύ μαθητών και δασκάλου, απελευθερώνει τις δυνάμεις, ενεργοποιεί τα συναισθήματά του και διαπλάθει ιδέες και συνήθειες. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να επηρεάσει με τις ενέργειές του την κοινωνική εξέλιξη.

  Η κατεξοχήν μέθοδος διδασκαλίας που επιδρά σημαντικά στην κοινωνικοποίηση των παιδιών είναι η ομαδοσυνεργατική μέθοδος, όπου τα παιδιά μέσα από μια ελεύθερη επικοινωνία που επιτρέπει την καλλιέργεια των ενδιαφερόντων τους, ανταλλάσσουν απόψεις και εμπειρίες, ακριβώς όπως συμβαίνει στο πλαίσιο της κοινωνικής συμβίωσης. Μ? αυτήν την μέθοδο ισχυροποιείται η ατομικότητα των παιδιών και ταυτόχρονα ενισχύεται και η κοινωνικότητά τους.

  Η ομαδοσυνεργατική μέθοδος που είναι μια μαθητοκεντρική μέθοδος διδασκαλίας επηρεάζει τη διάταξη των θρανίων και το σχήμα που φέρει η αίθουσα διδασκαλίας. Όπως ακριβώς, λοιπόν, στο κοινωνικό σύστημα οι άνθρωποι συζητούν για τα προβλήματα που ανακύπτουν καθημερινά και αποφασίζουν για τις διαδικασίες επίλυσής τους, έτσι και οι μαθητές μέσα από τις έμφυτες δυνάμεις που διαθέτουν, τις ικανότητες που αναπτύσσουν και τα ένστικτα που φέρουν, αποφασίζουν για τις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν στο προφίλ της κοινωνίας ώστε να καλυτερεύσει.

  Συνώνυμο της ομαδοσυνεργατικής μάθησης είναι τα σχέδια εργασίας, τα γνωστά σχέδια project, στα οποία τα παιδιά χρησιμοποιώντας όλες τις δυνάμεις που διαθέτουν, προσπαθούν να ολοκληρώσουν μια εργασία σε κοινό πλαίσιο. Μέσα από αυτά τα σχέδια εργασίας, τα παιδιά καλλιεργούν την ελεύθερη βούλησή τους και αναπτύσσουν τις ανάγκες, τα ενδιαφέροντα, τις κλίσεις, τις παρορμήσεις και τις εμπειρίες τους που αποτελούν βασικά στοιχεία για τη μελλοντική τους κοινωνική παρουσία.

   Συνεχίζοντας την ανάλυση των στοιχείων που βοηθούν στη σύνδεση εκπαίδευσης και κοινωνίας με απότοκο τη θετική αλλαγή της τελευταίας, επιβάλλεται να σταθούμε στα μέσα με τα οποία θα εξασφαλιστεί κάτι τέτοιο. Τα μέσα αγωγής οφείλουν να δημιουργούν μέσα στην τάξη την αίσθηση περισσότερο της πραγματικής κοινωνικής ζωής, ώστε να φαίνεται έντονα και ξεκάθαρα τόσο η εικόνα της ομαδικής ζωής που διέπει την κοινωνία όσο και ο ρόλος που θα χρειαστεί να παίξουν στο μέλλον οι μαθητές για την πρόοδό της.   

  Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η εξοικείωση των παιδιών με τα τεχνολογικά επιτεύγματα και τα επιστημονικά θαύματα είναι απαραίτητη. Ωστόσο, σημαντικός είναι και ο εφοδιασμός των παιδιών με βασικά εφόδια που είναι σίγουρο ότι θα τους χρησιμεύσουν στη μετέπειτα κοινωνική ζωή τους. Τέτοια είναι οι παντός είδους διανθρώπινες αξίες, τα θεμελιώδη και αναφαίρετα δικαιώματα, η έννοια της δημοκρατίας, το πολιτισμικό κεφάλαιο της χώρας του και ο διανοητικός και ηθικός πλούτος που έχει δημιουργηθεί και συσσωρευτεί από τις προηγούμενες γενιές.

  Η αφετηρία, αλλά και ο άξονας που κατευθύνει την επιλογή των μέσων αγωγής, είναι οι κοινωνικές δραστηριότητες του κάθε μαθητή. Τα περιεχόμενα της διδασκαλίας θα πρέπει να βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση και αλληλεπίδραση με τις ανάγκες -και τις τρέχουσες και τις μελλοντικές- του παιδιού, καθώς και με τις ικανότητές του. Τα διδακτικά μέσα που κάθε εκπαιδευτικός θα εντάξει στην μέθοδο που θα ακολουθήσει, είναι ανάγκη να δημιουργούν το κατάλληλο ενδοσχολικό περιβάλλον, το οποίο να προκαλεί ερωτήματα και αναζητήσεις και να κατευθύνει το μαθητή στην πορεία για την αναζήτηση της γνώσης.

 Τελευταίος παράγοντας που αποδεικνύει τη δυνατότητα άσκησης επίδρασης της εκπαίδευσης σε μια ενδεχόμενη περίπτωση εξελικτικής διαδικασίας της κοινωνίας είναι οι τρόποι και οι δραστηριότητες που χρησιμοποιούνται μέσα στο σχολείο για να ισχυροποιήσουν την κοινωνικότητα των μικρών μαθητών που θα κληθούν να την διοικήσουν αργότερα. Η μάθηση μέσω της εμπειρίας είναι κι εδώ ο κυρίαρχος παράγοντας δράσης.

  Μην παραγνωρίζοντας την κοινωνική ευθύνη που έχει το σχολείο, οι τρόποι που θα επιλεγούν για να το αποδείξουν αυτό, θα πρέπει να είναι τέτοιοι που θα βοηθήσουν προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της κοινής ζωής συνδέοντας το σχολείο με την κοινωνική ζωή των μαθητών. Για να επιτευχθεί αυτό με επιτυχία, χρειάζεται πρακτική εφαρμογή και άσκηση. Ένας εύκολος τρόπος είναι η παρουσίαση προβληματικών καταστάσεων, που να έχουν εμφανείς αντιστοιχίες με ανάλογες προβληματικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στη ζωή τους μέσα στο κοινωνικό σύνολο.

  Άλλος τρόπος είναι η χρήση της διαθεματικότητας και της διεπιστημονικότητας, οι οποίες θα βοηθήσουν τα παιδιά να αναπτύξουν την κριτική τους σκέψη, να αποκτήσουν συγκριτική ικανότητα και να αντιληφθούν τη συνάφεια όλων των επιστημονικών πεδίων μεταξύ τους σε μια πιο ολιστική προσέγγιση της γνώσης. Ό,τι μαθαίνουν, είναι ένα ακόμη χρήσιμο εργαλείο που θα συμβάλλει στον μελλοντικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

  Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε για μια ακόμη φορά να υπερθεματίσουμε πάνω στην άποψη που αποδέχεται τον ενεργό ρόλο της εκπαίδευσης στη διαδικασία της μεταρρυθμιστικής αλλαγής των σύγχρονων κοινωνιών. Μέσα στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, το σχολείο αποτελεί μια κοινοτική μορφή ζωής. Μια από τις βασικές του αποστολές είναι να καλλιεργήσει και να μεταδώσει στους μαθητές «πρώτον την κοινωνική σκέψη, δεύτερον την κοινωνική δύναμη του χαρακτήρα και τρίτον το κοινωνικό ενδιαφέρον»[4].

 

    Βιβλιογραφία

 1.Κουσκούκη, Μ., Η φιλοσοφία της παιδείας στον πραγματισμό του John Dewey ?μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ? Φιλοσοφική Σχολή ? Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής ? Τομέας Φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη 2008.

2. Ντιούι, Τζων, Το σχολείο και η κοινωνία, εκδ. Γλάρος, Αθήνα 1982.

3. Παυλίδης, Π., «Παιδεία και καθημερινή συνείδηση υπό το πρίσμα της κοινωνικής προόδου», Σύγχρονη Εκπαίδευση, τεύχ. 131 και 132 (2003).

  


[1] Κουσκούκη, Μ., Η φιλοσοφία της παιδείας στον πραγματισμό του John Dewey ?μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ? Φιλοσοφική Σχολή ? Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής ? Τομέας Φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 58-59.

[2] Παυλίδης, Π., 2003, σελ. 3-4.

 [3] Ντιούι, Τζων, 1982, σελ. 96-97.

[4] Κουσκούκη, Μ., 2008, σελ. 44.

επιστροφή