Ιστορία: η θέση της στο σχολείο και η αναγκαιότητα ύπαρξής της στη σύγχρονη εποχή

                                                                                           του  Πλαϊνού Γεωργίου

                                                                                            Εκπαιδευτικού Π.Ε.

  Η σχολική ιστορία αναδύθηκε από την εθνική ιστοριογραφία στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα με σκοπό να λειτουργήσει ως μηχανισμός εθνικής διαπαιδαγώγησης, πολιτικής κοινωνικοποίησης και κοινωνικής νομιμοφροσύνης. Σήμερα τείνει να αποσυνδεθεί από την εθνικιστική ιδεολογία, να αυτονομηθεί και να μεταβληθεί σε ιδιαίτερο γνωστικό πεδίο της επιστήμης της Ιστορίας, αντιμετωπίζοντας τα ιστορικά δρώμενα υπό το πρίσμα της διαλεκτικής σχέσης του εθνικού με το παγκόσμιο[1].

Το θέμα της σχολικής ιστορίας απασχολεί τις περισσότερες κοινωνίες σήμερα γιατί συνδέεται με τις απαιτήσεις της σύγχρονης, σύνθετης και συνεχώς μεταλασσόμενης πραγματικότητας[2]. Η χρησιμοποίηση του μαθήματος της ιστορίας ως μέσου ιδεολογικής χειραγώγησης, έχει καλλιεργήσει δυσπιστία προς την αξία της ιστορικής γνώσης και έχει αποτελέσει τροχοπέδη για την απόκτηση μιας γνήσιας ιστορικής παιδείας. Ο τρόπος διδασκαλίας της Ιστορίας είναι ένα τρωτό σημείο του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την εγκλωβισμένη σε μια στείρα απομνημόνευση διδακτική προσέγγιση της ιστορίας.

Βέβαια, οι επισημάνσεις αυτές σε καμία περίπτωση δεν αναιρούν την αξία της ιστορικής γνώσης για τον σύγχρονο άνθρωπο και προπαντός την αναγκαιότητα για μετασχηματισμό της σε διδακτικό αγαθό. Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη κοινωνία της πληροφορίας και της γνώσης, η ιστορική μάθηση κρίνεται περισσότερο αναγκαία από ποτέ άλλοτε. Κι αυτό γιατί παρέχει στο παιδί τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει ορθολογικά και κριτικά τη σημερινή πραγματικότητα ενώ ταυτόχρονα του προσφέρει την ευκαιρία να αναπτύξει τις νοητικές εκείνες ικανότητες που του είναι απαραίτητες για την ερμηνεία του σύγχρονου κόσμου. Η δυναμική αυτή της ιστορικής γνώσης συνέβαλε ώστε στις μέρες μας να παρατηρείται σημαντική κινητικότητα γύρω από την αναζήτηση τρόπων για τη βελτίωση της μαθησιακής-διδακτικής αποτελεσματικότητας του μαθήματος της ιστορίας.

Είναι γνωστό ότι το σχολικό βιβλίο δεν μεταδίδει μόνο γνώσεις αλλά καλλιεργεί και στάσεις και τύπους συμπεριφοράς στη νέα γενιά που έχουν μεγάλη σημασία για τη σχέση και την επικοινωνία μεταξύ ατόμων, κοινωνικών ομάδων και λαών. Έτσι προωθεί τη μελέτη των πολυπολιτισμικών κοινωνιών και των συνακόλουθων πολιτισμών και δομών τους, αναπτύσσοντας την ικανότητα για μια διαπολιτισμική επικοινωνία και κατανόηση της πολιτισμικής διαφοράς. Ο ερμηνευτικός συσχετισμός των ιστορικών δεδομένων είναι ότι καθιστά το μάθημα της ιστορίας γνωστικό αντικείμενο κοινωνικομορφωτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, διότι ιστορία, ιστορική έρευνα και ιστορικό μάθημα υπάρχουν από τη στιγμή που τα ιστορικά στοιχεία μπαίνουν στη βάσανο της ερμηνείας τους.

Σήμερα, όμως, στον χωροχρόνο της Ενωμένης Ευρώπης, η πρόταση για ριζοσπαστική βελτίωση της διδακτικής πράξης του μαθήματος της ιστορίας γίνεται πιο αναγκαία και επίκαιρη από ποτέ άλλοτε. Κοινός στόχος του εκπαιδευτικού, του μαθητή και της διδακτικής πράξης είναι η κατάκτηση υψηλού επιπέδου συνείδησης της κοινωνικοπολιτικής και πολιτιστικής τους ευθύνης. Η κριτική γνώση του ιστορικού παρελθόντος είναι ο κοινωνικός εξοπλισμός για κάθε άνθρωπο, που βιώνει σε μια κοινωνία που αποτελεί ένα ψηφιδωτό εθνοτήτων και πολιτισμών. Είναι το ικανό και επαρκές μέσο για την καλύτερη κατανόηση και ερμηνεία του σύγχρονου κοινωνικοπολιτικού του βίου αλλά και για την οργάνωση του μελλοντικού. Η κατάκτηση της κριτικής δυναμικής των γεγονότων που προσφέρει το μάθημα της ιστορίας, υπηρετεί τις δομές τόσο της κοινωνίας όσο και της πολιτικής συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της συνείδησης των μικρών μαθητών που σε λίγα χρόνια θα αποτελέσουν τους πολίτες αυτής της χώρας. Έτσι γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το μάθημα της ιστορίας στο σχολείο πρέπει να λειτουργεί ως προγραμματιστής πολιτισμού και οργανωτής αυτού.

Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εποχής μας είναι το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ανθρώπων για το παρελθόν. Όσο ο σημερινός άνθρωπος κοιτάζει το μέλλον και προσπαθεί να προβλέψει τις εξελίξεις, τόσο περισσότερο στρέφει την προσοχή του στο παρελθόν. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια μεταβλήθηκε η κατάσταση στην Ευρώπη και τον κόσμο γενικότερα. Η ανθρώπινη κοινωνία άρχισε να επιδιώκει μια νέα ταυτότητα και να προσδοκά από την ιστορία την ανεύρεση των ριζών αυτής της ταυτότητας. Η οικονομική, οικολογική, πολιτική και πολιτισμική παγκοσμιοποίηση κάνουν απαραίτητες νέες αντιλήψεις όσον αφορά στην τοπική, εθνική και παγκόσμια ιστορία. Σήμερα, η εθνική ανάπτυξη είναι αδύνατη χωρίς τη συναφή παγκόσμια ανάπτυξη. Οι νέες γενιές χρειάζονται μια ιστορία που να βοηθά στην κατανόηση του «δικού» μας και του «ξένου» και να υποδεικνύει νέους δρόμους κατανόησης μεταξύ των εθνών, των εντός των συνόρων ενός εθνικού κράτους υπαρχόντων εθνοτικών-πολιτισμικών ομάδων και ατόμων.

Από τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε ότι η ιστορία συνεισφέρει στην κατανόηση του ξένου και στην παγκόσμια γνώση. Το επιχείρημα που αναδεικνύει σήμερα την ιστορία είναι η κατανόηση της ετερότητας και της μεταβολής. Συνεπώς, η ιστορία δε διδάσκει μόνο αλλά ταυτόχρονα διαπαιδαγωγεί κιόλας, συμβάλοντας στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου[3]. Παράλληλα, βοηθά στην ανάπτυξη της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης αυτοκατανόησης και αυτοσυνείδησης. Μέσα από την ιστορία ο νέος άνθρωπος ενσωματώνεται στην κοινωνία, αφού μαθαίνει τις κοινές μνήμες και αξίες αυτής της κοινωνίας και προσαρμόζεται σε ορισμένους κανόνες. Η ιστορία είναι ένα μέρος του βιωμένου κόσμου κάθε ατόμου, ο οποίος επηρεάζει την ύπαρξή του.

Η εκμάθηση της Ιστορίας έχει μεγάλη σημασία και για έναν ακόμη λόγο? γιατί έχει να κάνει με την ταυτότητά μας. Η ενασχόληση με την Ιστορία περικλείει δυνατότητες ταύτισης, η οποία μπορεί να επιτευχθεί όσο περισσότερο συλλογίζονται οι άνθρωποι όχι μόνο στα σημερινά ενδιαφέροντα της δικής τους ομάδας αλλά στο κοινό τους παρελθόν και στις κοινές τους αξίες όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό προϋποθέτει φυσικά ένα διαπολιτισμικά προσανατολισμένο μάθημα.

Στο σύγχρονο δημοκρατικό και πολυπολιτισμικό σχολείο, το μάθημα της ιστορίας πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μαθητεία στις αξίες της ελευθερίας, της πολιτισμικής ανοχής, του διαπολιτισμικού διαλόγου, της δημιουργικής σκέψης και της αναζήτησης της αλήθειας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η σχολική ιστορία πρέπει να προσεγγίζεται ιδωμένη μέσα από το ευρύ φάσμα που δημιουργεί η θεματική ποικιλία και ο θεωρητικός και μεθοδολογικός πλουραλισμός της Νέας Ιστορίας[4].

Οφείλουμε στο σημείο αυτό να επισημάνουμε πως τα σχολικά εγχειρίδια μεταδίδουν κατά κύριο λόγο την ιστορία του «δικού» τους έθνους. Συνεπώς, η αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας βρίσκεται στο επίκεντρο του μαθήματος της ιστορίας. Όμως, ένα μάθημα ιστορίας προσανατολισμένο σε εθνικές ιδέες δεν προάγει διαπολιτισμική μάθηση, γιατί η στερέωση της εθνικής ταυτότητας είναι συνδεδεμένη με τον αποκλεισμό, τη διάκριση και καταπίεση των υπαρχόντων μειονοτήτων σε ένα εθνικό κράτος[5].

Ολοκληρώνοντας, η σημερινή πολιτική κατάσταση με την παγκόσμια εξάρτηση και αλληλεπίδραση, την πολιτισμική διαφορετικότητα και την αλλοτρίωση αξιών και παραδόσεων κάνουν απαραίτητο ένα θεματικό εκμοντερνισμό του μαθήματος της ιστορίας που διδάσκεται στο σχολείο. Απέναντι στην παγκοσμιοποίηση και στη σημερινή θέση του ατόμου, η διαπολιτισμική μάθηση στο μάθημα της ιστορίας μπορεί να συνεισφέρει στην κατανόηση μεταξύ των εθνών, των εθνοτικών πολιτισμικών ομάδων και ατόμων, γι? αυτό και η αναγκαιότητα ύπαρξής της στις μέρες μας είναι τεράστια.

 

   Βιβλιογραφία

1.  Βώρου, Φ. Κ., «Για την επίδραση της διδασκαλίας της ιστορίας στη διαμόρφωση των συνειδήσεων», περ. Τα Εκπαιδευτικά, τεύχ. 44-45, Αθήνα 1997.

2. Κόκκινος, Γ., Από την Ιστορία στις ιστορίες. Προσεγγίσεις στην ιστορία της Ιστοριογραφίας, την επιστημολογία και τη διδακτική της ιστορίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998.

3.  Κόκκινος, Γ., Διδακτικές προσεγγίσεις στο μάθημα της Ιστορίας. Για μια νέα διδακτική μεθοδολογία στην υπηρεσία της κριτικής ιστορικής σκέψης, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000.

4.  Νάκου, Ειρ., Τα παιδιά και η Ιστορία, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000.

5.  Πανταζής, Β., «Βασικές αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής», περ. Τα Εκπαιδευτικά, τεύχ. 44-45, Αθήνα 1999.

 

 

 


[1] Γ. Κόκκινος, Από την Ιστορία στις ιστορίες. Προσεγγίσεις στην ιστορία της Ιστοριογραφίας, την επιστημολογία και τη διδακτική της ιστορίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998, σ. 313.

[2] Ειρ. Νάκου, Τα παιδιά και η Ιστορία, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000, σ. 11.

[3] Φ. Κ. Βώρου, «Για την επίδραση της διδασκαλίας της ιστορίας στη διαμόρφωση των συνειδήσεων», περ. Τα Εκπαιδευτικά, τεύχ. 44-45, Αθήνα 1997, σσ. 36-43.

[4] Γ. Κόκκινος, Διδακτικές προσεγγίσεις στο μάθημα της Ιστορίας. Για μια νέα διδακτική μεθοδολογία στην υπηρεσία της κριτικής ιστορικής σκέψης, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000, σ. 36.

[5] Β. Πανταζής, «Βασικές αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής», περ. Τα Εκπαιδευτικά, τεύχ. 44-45, Αθήνα 1999, σσ. 156-159.

επιστροφή