Η σχέση κοινωνίας-σχολείου μέσα από το έργο του JohnDewey  

                                                                                                               του Πλαϊνού Γεωργίου

                                                                                                                 Εκπαιδευτικού Π.Ε.

 O μεγάλος παιδαγωγός και εισηγητής του πραγματισμού John Dewey, ασχολήθηκε σε μεγάλο βαθμό με την εξεταζόμενη σχέση, δηλαδή τη σχέση που υπάρχει ή δύναται να υπάρξει και στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό μεταξύ της κοινωνίας και του σχολείου, την οποία και συμπεριέλαβε σε πολλά από τα έργα του.

Ο Αμερικανός λοιπόν φιλόσοφος, ψυχολόγος και εκπαιδευτικός John Dewey υπήρξε πρωτοπόρος και θεμελιωτής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πραγματισμού και της Σχολής της Λειτουργικής Ψυχολογίας, ενώ ταυτόχρονα έθεσε τις βάσεις του κινήματος της προοδευτικής εκπαίδευσης στις ΗΠΑ με τη λειτουργία του δικού του πρότυπου σχολείου, του Σχολείου Εργασίας. Άνθρωπος με ευρύ νου και πρόδρομος των νεότερων εκπαιδευτικών αντιλήψεων, ο θεμελιωτής του πραγματισμού χάραξε τις κατευθυντήριες γραμμές για μια φιλελεύθερη ανθρωπιστική παιδεία, απαραίτητη προϋπόθεση για οποιαδήποτε κοινωνική μεταβολή[1]. Ακόμη θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας από τους στυλοβάτες της Κοινωνικής Παιδαγωγικής, εφόσον απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στις κοινωνικές παραμέτρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Το Σχολείο Εργασίας ή αλλιώς «Σχολείο Dewey», ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Dewey  στο Σικάγο για να εφαρμόσει σε αυτό το σχολείο-εργαστήριο τις παιδαγωγικές του θέσεις. Σ? αυτό είχαν τεθεί από νωρίς οι βάσεις ενός νέου κοινωνικού πνεύματος. Ο Dewey πίστευε στην εξελικτική ανασυγκρότηση της κοινωνίας μέσα από την εκπαίδευση των μικρών μαθητών, με αποτέλεσμα να θεωρεί ότι η σχολική ζωή πρέπει να οργανωθεί πάνω σε κοινωνική βάση, όπου το σχολείο θα μετατρέπεται σε τόπο συνεργασίας, επικοινωνίας, συναναστροφής, ομαδικής εργασίας και ενεργής συμμετοχής. Μέσα απ? όλ? αυτά, το σχολείο θα ενισχύσει την κοινωνική ζωή και θα εδραιώσει την οργανική του σχέση με την κοινωνία. Η εφαρμογή στη ζωή των όσων μαθαίνει το παιδί στο σχολείο και αντίστροφα, η θεωρητική κατάρτιση, η ερμηνεία των γεγονότων και η λύση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής απαλλάσσουν το σχολείο από την απομόνωση και το κάνουν σημαντικό παράγοντα κοινωνικής προόδου. Το σχολείο πρέπει να αποτελεί το ίδιο ένα είδος κοινωνικής ζωής και να περιλαμβάνει όλα τα στοχεία που τη συνθέτουν. Κοινωνικές αντιλήψεις και ενδιαφέροντα μπορούν να αναπτυχθούν μόνο σ? ένα γνήσιο περιβάλλον, όπου η κοινή εμπειρία οικοδομείται από ένα δούναι-λαβείν μεταξύ των ατόμων[2]. Το σημαντικότερο έργο που κατάφερε μέσα από την οργάνωση και τη λειτουργία του Σχολείου Εργασίας του ο Dewey σύμφωνα με τον καθηγητή Ν. Μελανίτη ήταν ότι «επεχείρησε, πλην άλλων, να καταστήση το διαφέρον δύναμιν ωθούσαν εις ανάληψιν δράσεως, να εισαγάγη την ζωήν της ευρείας κοινωνίας εις αυτό, να συνδιαλλάξη την ατομικότητα εκάστου με την συλλογικήν δράσιν»[3].

Ο Dewey στο πολύ σημαντικό έργο του Το σχολείο και η κοινωνία χρησιμοποιεί για να περιγράψει το σχολείο τον όρο «εμβρυακή κοινοτική ζωή» (an embryonic community life), ο οποίος πρέπει να εννοηθεί ως μια κοινοτική ζωή, που ωριμάζει και διαρκώς δυναμώνει με σημαντικότερη αποστολή της την προετοιμασία και καλυτέρευση της μεγάλης κοινότητας ως θεμέλιο της κοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι το σχολείο δεν είναι πια ο τόπος, όπου διδάσκονται μαθήματα που έχουν κάποια αφηρημένη και μακρινή σχέση με κάποιον πιθανό τρόπο ζωής στο μέλλον αλλά του δίνεται η ευκαιρία να μεταβληθεί σε μικρογραφία κοινότητας, σε εμβρυακή κοινωνία. Αυτή είναι η θεμελιακή αλλαγή, που φέρνει τη γνήσια, τη διαρκή εκπαίδευση[4]. Ο Dewey πεπεισμένος για το γεγονός ότι η ανάπτυξη της πείρας προκύπτει από την αλληλεπίδραση, θεωρεί ότι η αγωγή είναι ουσιαστικά μια κοινωνική λειτουργία, φτάνοντας στο σημείο να βεβαιώνει πως το σχολείο έχει μονάχα σαν σκοπό να υπηρετεί την κοινωνική ζωή. «Ας κοινωνιοπλάσουμε λοιπόν στο σχολείο! Ας μάθουμε να το κάνουμε μια εμβρυακή κοινωνία που αντανακλά κάτω από μια τυπική μορφή τις θεμελιακές αρχές κάθε κοινωνικής ζωής»[5]. Και είναι πολύ χαρακτηριστική η φράση με την οποία κλείνει το συγκεκριμένο έργο, μέσα στην οποία διατυπώνει με καθάρεια και περισσή τόλμη την παιδαγωγική του άποψη για τη σχέση σχολείου-κοινωνίας: «Όταν το σχολείο θα προετοιμάζει τα παιδιά μέσα σε μια τόσο μικρή κοινότητα, στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις τους σαν μέλη της κοινωνίας, εμφυσώντας τους το πνεύμα της χρησιμότητας, κι εφοδιάζοντάς τα με τ? απαραίτητα για μια λυσιτελή αυτοδιεύθυνση, τότε θα έχουμε στα σίγουρα μια κοινωνία όμορφη κι αρμονική, όπου θα αξίζει στ? αλήθεια να ζεις»[6].

Το 1897 ο Dewey εξέδωσε το καθοριστικό γι? αυτόν και για την εξέλιξη της Παιδαγωγικής Επιστήμης έργο του Το παιδαγωγικό μου πιστεύω. Μέσα από τα άρθρα που το απαρτίζουν, διαφαίνεται ξεκάθαρα η αξία της εκπαίδευσης για την αναμόρφωση και την καλυτέρευση της κοινωνίας. Αναφέρει συγκεκριμένα στο πρώτο του άρθρο «πιστεύω ότι όλη η εκπαίδευση εξελίσσεται μέσα από τη συμμετοχή του ανθρώπου στην κοινωνική συνειδητοποίηση του είδους του» και «πιστεύω ότι η μόνη πραγματική εκπαίδευση συντελείται μέσω της διέγερσης των δυνάμεων του παιδιού από τις απαιτήσεις των κοινωνικών περιστάσεων που το περιβάλλουν»[7]. Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τις θέσεις του σχετικά με την εκπαίδευση, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι η ανάπτυξη του ατόμου περνά μέσα από την ανάπτυξη της κοινωνίας και αντίστροφα. Έτσι το ένα εξαρτάται από το άλλο. Όπως ακριβώς, αλληλεπιδρά το άτομο ως οργανισμός με το περιβάλλον στο οποίο κινείται και από το οποίο επηρεάζεται.

Προχωρώντας στο Παιδαγωγικό μου πιστεύω ο Dewey τονίζει με ιδιαίτερη έμφαση ότι «πιστεύω ότι το σχολείο είναι καταρχάς ένας κοινωνικός θεσμός. Καθώς η εκπαίδευση είναι μια κοινωνική διαδικασία, το σχολείο είναι απλώς εκείνη η μορφή της κοινοτικής ζωής στην οποία όλες οι ενέργειες είναι συγκεντρωμένες, ώστε να οδηγούν πιο αποτελεσματικά το παιδί να συμμετέχει στα κληροδοτημένα πολιτισμικά αγαθά του ανθρωπίνου είδους και στη χρήση των δυνάμεών του για την επίτευξη κοινωνικών σκοπών»[8]. Η θεμελιώδης όμως αρχή πάνω στην οποία ο Dewey χτίζει το φιλοσοφικό του οικοδόμημα είναι ότι η εκπαίδευση δεν είναι ένα στάδιο προετοιμασίας για τη ζωή αλλά είναι η ίδια μια διαδικασία ζωής[9]. Η εκπαίδευση είναι μια κοινωνική αναγκαιότητα, αφενός γιατί το παιδί έχει ανάγκη εκπαίδευσης για να προσαρμοστεί και να εξελιχθεί μέσα στην κοινωνία και αφετέρου γιατί η κοινωνία χρειάζεται αυτές τις γνώσεις που παρέχει η εκπαίδευση για να εξασφαλίσει την συνέχειά της. Έτσι η εκπαίδευση αποτελεί μια κοινωνική διάσταση της ζωής. Η κάθε ευνομούμενη και ανεξάρτητη κοινωνία οφείλει να έχει μια μορφή εκπαίδευσης, η οποία να διασφαλίζει στα άτομα ένα προσωπικό ενδιαφέρον για τις κοινωνικές σχέσεις και τον κοινωνικό έλεγχο, και να αναπτύσσει τις συνήθειες της σκέψης που εξασφαλίζουν τις κοινωνικές αλλαγές χωρίς να δημιουργούν αναταραχή ή αταξία[10].

Ο έντονος κοινωνικός προσανατολισμός και η κοινωνική δέσμευση του κινήματος της προοδευτικής εκπαίδευσης είναι ιδιαιτέρως σαφή με την άποψη του Dewey ότι η εκπαίδευση είναι η βασική μέθοδος για την κοινωνική μεταρρύθμιση και την πρόοδο. Διαφαίνεται ότι η παιδεία είναι μια διαδικασία κοινωνική που δεν μπορεί να λάβει χώρα σε απομόνωση[11]. Αν αφαιρέσουμε από την σχολική αγωγή τον κοινωνικό παράγοντα, θα έχουμε κάτι εντελώς συγκεχυμένο ενώ αν αφαιρέσουμε από την κοινωνία τον ατομικό παράγοντα, θα έχουμε δημιουργήσει μια αδιάφορη κατάσταση. Αν απομονώσουμε το σχολείο από την κοινωνία, δεν μπορούμε πια ν? ανακαλύψουμε κανένα ηθικό και καθοδηγητικό αξίωμα στη δραστηριότητά του. Γι? αυτό και η μέθοδος Project, με την ομαδοσυνεργατική μάθηση και τα σχέδια διδασκαλίας που εισήγαγε ο ίδιος ο Dewey και που χρησιμοποιείται ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο σχολείο και την κοινωνία, εγγυάται την κοινωνική δραστηριότητα στα πλαίσια της εκπαίδευσης.

Για να συμβεί αυτό όμως, ο δάσκαλος οφείλει να προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια στους μαθητές του, για να αναπτύξουν την κοινωνικότητά τους. Έτσι, ο ρόλος του ανάγεται σε αυτόν του κοινωνικού λειτουργού, όντας υπεύθυνος για τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης και την εξασφάλιση της κοινωνικής προόδου. Οφείλει να δίνει παροτρύνσεις, να εξασφαλίζει δυνατές εμπειρίες και να οδηγεί αφενός σε προσωπική ανάπτυξη και αφετέρου σε κοινωνική συμμετοχή[12]. Το χρέος του παιδαγωγού δεν είναι να συνειδητοποιήσει στους μαθητές μόνο την κοινωνική υφή και τις κοινωνικές σχέσεις, αλλά να τους συνειδητοποιήσει και τη συνεχή ροή της κοινωνικής ζωής σε τόπο και χρόνο, ώστε να κατανοήσουν το παρόν από το παρελθόν και να αντιληφθούν τι εγκυμονεί το παρόν για το μέλλον. Η κοινωνική πρόοδος επιτυγχάνεται με προσαρμογές των ατόμων στη ρέουσα πραγματικότητα, με κοινωνική συνείδηση και κοινωνικό ιδανικό, που χτίζει μέσα στις ψυχές των παιδιών ο δάσκαλος[13]. Ο ρόλος του δασκάλου λοιπόν σύμφωνα με τον Dewey εξασφαλίζει μια αγωγή που προσφέρει ανασυγκρότηση και πρόοδο.

Απ? όλα τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε ότι ο μεγάλος Αμερικανός φιλόσοφος και παιδαγωγός των αρχών του 20ού αι. πίστευε ακράδαντα στον εξελικτικό μετασχηματισμό της κοινωνίας αλλά πάντα στα πλαίσια μιας ολοκληρωμένης και άρτιας εκπαίδευσης ως πρωταρχικής παραμέτρου για την κοινωνική εξέλιξη. Ακόμα και σε επίπεδο μεταρρυθμίσεων και προοδευτικών εξελίξεων, ο Dewey έθετε στην πρώτη γραμμή την εκπαίδευση συσχετίζοντάς την πάντα με ειρηνικές κινήσεις και ποτέ με βία ή επανάσταση. Βέβαια, η εκπαίδευση δεν νοείται ως αυτόνομος οργανισμός χωρίς δηλαδή το σχολείο που προσφέρει μέσω των διδασκόντων την πρέπουσα αγωγή. Όλοι οι δάσκαλοι οφείλουν να παίξουν έναν καθοριστικό ρόλο, αντιλαμβανόμενοι την κρισιμότητα της θέσης τους για τη συνέχεια των κοινωνιών. Το παιδαγωγικό πιστεύω του Dewey αντικατοπτρίζει μέσα από τα άρθρα του τον άρρηκτο δεσμό που υπάρχει μεταξύ κοινωνίας και εκπαίδευσης αλλά συνάμα και την αναγκαιότητα υποβοήθησης του απ? όλους τους φορείς. Η εκπαίδευση εμπερικλείει όλα εκείνα τα καινοτόμα στοιχεία που θα χρησιμοποιηθούν ως εφαλτήριο για να επισπευσθούν οι διαδικασίες μετεξέλιξης και ανόδου της εκάστοτε κοινωνίας. Άλλωστε, η κριτική εξάσκηση των κοινωνικών ικανοτήτων και η εξοικείωση με τα κοινωνικά προβλήματα είναι και τα ζητούμενα της εκπαίδευσης αναφορικά με την κοινωνία.

Κλείνοντας, θα πρέπει να επισημάνουμε για ακόμα μια φορά ότι ο John Dewey πρέσβευε πως η βασικότερη αποστολή του σχολείου είναι η επίτευξη του κοινωνικοεκπαιδευτικού του στόχου. Δεν θεωρεί ότι το προοδευτικό σχολείο αποτελεί έναν τυχαίο παιδαγωγικό θεσμό, αλλά τη σημαντικότερη ίσως οργάνωση που μπορεί να εκπληρώσει με επιτυχία την κοινωνικοποιητική και τη δημοκρατική λειτουργία, συνδέοντας το σχολείο με τη ζωή και την κοινωνία[14]. Στη σημερινή πραγματικότητα, οι απόψεις του Dewey σχετικά με την κοινωνική διάσταση της εκπαίδευσης, μοιάζουν ιδιαίτερα επίκαιρες. Είναι πλέον εντελώς απαραίτητη η σύνδεση του σχολείου και της εκπαίδευσης με την κοινωνία, αν θέλουμε οι σύγχρονες κοινωνίες να εξελίσσονται και να προοδεύουν.

 

 

Βιβλιογραφία

 

 

  1. CarroiM. A.- Aeblie, Haus , Η παιδαγωγική του Τζων Ντιούϊ (μτφρ. Γ. Α. Βασδέκης), εκδ. «Νέου Σχολείου», Αθήναι, χ.χ.
  2. Dewey, J., My Pedagogic Creed, Ed by the Progressive Education Association, Washington D. C. 1929.
  3. Dewey, John, «Το παιδαγωγικό μου πιστεύω» στο: Μυλωνάκου-Κεκέ, Ηρώ, Ζητήματα Κοινωνικής Παιδαγωγικής, εκδ. Ατραπός, Αθήνα 2007.
  4. Houssaye, Jean, (επιμ.), Δεκαπέντε παιδαγωγοί: Σταθμοί στην ιστορία της παιδαγωγικής σκέψης, (μτφρ. Δέσποινα Καρακατσάνη), εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000.
  5. Κλεάνθους-Παπαδημητρίου, Μυρ., Η Νέα Αγωγή, τόμ. Α?, εκδ. «Βιβλία για όλους», Αθήνα 1980.
  6. Μελανίτης, Ν., Εισαγωγή εις την Παιδαγωγικήν, εν Αθήναις 1976.
  7. Ντιούι, Τζων, Εμπειρία και Εκπαίδευση, εκδ. Γλάρος, Αθήνα 1980.
  8. Ντιούι, Τζων, Το σχολείο και η κοινωνία, εκδ. Γλάρος, Αθήνα 1982.
  9. Rohrs, Hermann, Το κίνημα της προοδευτικής εκπαίδευσης, εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1984.
  10. Τριλιανός, Θανάσης Α., Μεθοδολογία της σύγχρονης διδασκαλίας: καινοτόμες επιστημονικές προσεγγίσεις στη Διδακτική Πράξη, τόμ. Α?, Αθήνα 1998.
  11. Χατζηγεωργίου, Γ., Κείμενα Παιδείας - John Dewey, εκδ. Ατραπός, Αθήνα, χ.χ.

 

 

 

 



[1] Ντιούι, Τζων, Εμπειρία και Εκπαίδευση, εκδ. Γλάρος, Αθήνα 1980, εισαγωγή.

[2] Τριλιανός, Θανάσης Α., Μεθοδολογία της σύγχρονης διδασκαλίας: καινοτόμες επιστημονικές προσεγγίσεις στη Διδακτική Πράξη, τόμ. Α?, Αθήνα 1998, σελ. 49.

[3] Μελανίτης, Ν., Εισαγωγή εις την Παιδαγωγικήν, εν Αθήναις, 1976, σελ. 426.

[4] Ντιούι, Τζων, Το σχολείο και η κοινωνία, εκδ. Γλάρος,  Αθήνα 1982, σελ. 21.

[5] CarroiM. A.- Aeblie, Haus , Η παιδαγωγική του Τζων Ντιούϊ (μτφρ. Γ. Α. Βασδέκης), εκδ. «Νέου Σχολείου», Αθήναι, χ.χ., σελ. 19-20.

[6] Ντιούι, Τζων, 1982, ό.π., σελ. 30.

[7] Dewey, John, «Το παιδαγωγικό μου πιστεύω» στο: Μυλωνάκου-Κεκέ, Ηρώ, Ζητήματα Κοινωνικής Παιδαγωγικής , εκδ. Ατραπός,  Αθήνα 2007, σελ. 325-326.

[8] Dewey, John, «Το παιδαγωγικό μου πιστεύω»?, ό. π., σελ. 330.

[9] Dewey, John, My Pedagogic Creed, Ed by the Progressive Education Association, Washington D. C. 1929, p. 6

[10] Houssaye, Jean, (επιμ.), Δεκαπέντε παιδαγωγοί: Σταθμοί στην ιστορία της παιδαγωγικής σκέψης, μτφρ. Δέσποινα Καρακατσάνη, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000, σελ. 162.

[11] Χατζηγεωργίου, Γ., Κείμενα Παιδείας - John Dewey, εκδ. Ατραπός, Αθήνα, χ.χ. σελ. 60.

[12] Rohrs, Hermann, Το κίνημα της προοδευτικής εκπαίδευσης, εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 33.

[13] Κλεάνθους-Παπαδημητρίου, Μυρ., Η Νέα Αγωγή, τόμ. Α?, εκδ. «Βιβλία για όλους», Αθήνα 1980, σελ. 45-46.

[14] R?hrs, Η., 1984, σελ. 64.

 

επιστροφή